Η ΄Ανοιξη βομβαρδισμένη
απ' τα έγχρωμα κουνούπια του Demerara
.

Ο ΄Ηλιος διαβάζει ποιητικά

περιττώματα στη Σόλωνος


Η διανόηση χειροκροτεί

υποτακτικές κυβερνήσεις

και


η ποιητική νομενκλατούρα
θ' αποφανθεί :

Διογένη Γαλήνη
δεν είσαι ποιητής

21.05.2012

Δευτέρα 7 Μαρτίου 2011

ΜΙΚΕΛΗΣ ΑΒΛΙΧΟΣ : ΠΟΙΗΜΑΤΑ





Σατιρικός και λυρικός ποιητής ( Ληξούρι 1844-Αργοστόλι 1917 ).
Συμπλήρωσε τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο της Βέρνης και
ταξίδεψε πολύ ( Παρίσι , Ζυρίχη , Βενετία κ.λ.π. ).
Ανήκει στη γενιά των Εφτανήσιων ποιητών και είναι συνεχιστής
της σολωμικής παράδοσης . Φιλελεύθερων για την εποχή του αχών ,
συνειδητός δημοτικιστής και μαχητής , δοκίμασε πολλές πίκρες και
κατατρεγμούς , ακόμη και από τους συντοπίτες του , που αντιδρώντας
τους σατίρισε σκληρά . Σημαντικότερο έργο του είναι η '' Πινακοθήκη της Κολάσεως '',
που όμως έμεινε ανέκδοτο . Το 1959 , με επιμέλεια του Χ.Λιναρδάτου , εκδόθηκαν τα ''Ποιηματά ''του .

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ 1911

Στη φάτνη των χτηνών Χριστός γεννάται
δίχως της Επιστήμης συντρομή
η θεία φύσις κάνει για γραμμή
κι ' οδράκος , σαν αρνί , Θεός κοιμάται .

Αύριον , άντρας , σαν ληστής κρεμάται
-νέα του κόσμου θέλει οικοδομή ,
σταυρό του δίνει ο νόμος πληρωμή-
πλην άγιο φως στον τάφο του πλανάται .

Διάκοι του Βάαλ , δεν είναι δικός σας
αυτός της φάτνης ο φτωχός Χριστός
που εκήρυξε για νόμο του τη χάρη .

Εσάς , τιμή σας μόνη το στιχάρι .
Πομπές , θεοπομπές το ιδανικό σας ,
κ' είν ο Θεός σας , σαν και σας μιαρός .


ΠΡΟΟΙΜΙΟ ΣΤΗΝ << ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΚΟΛΑΣΕΩΣ >>

Ι

Την Κόλαση με εικόνες να στολίση
εμπείκε στου Διαόλου το κεφάλι
και γύρισε τον κόσμο να ζητήση
πρόσωπα , που ν' αρμόζη εκεί να βάλη .

Μα πουθενά δεν ηύρε να εχτιμήση
κακίας βάθος , που να κάνη ζάλη
σαν στην Κεφαλλωνιά και  ν' αγαπήση
ψυχές σατανικές , φρικώδη κάλλη...

Κι αγγάρεψε κι εμέ , φτωχό ζωγράφο ,
που κάπου είχε δική μου δει δουλειά ,
για της Πινακοθήκης του τεχνίτη .

Γι' αυτό με πίσσα και με θειάφι γράφω
κι η Μούσα μου στον άχαρο Μπελιά
με την κακή μου τύχη κλαίει και φρίττει .

ΙΙ

Ο ΜΟΧΘΗΡΟΣ ΨΕΥΤΟΦΙΛΟΠΑΤΡΙΣ

Το πρόσωπό του εκείνο το γιωμένο ,
που της καρδιάς του δείχνει τη σκουριά ,
το γέλιο το κρυφό και λυσσιασμένο ,
που η δυστυχία των άλλων του γεννά ,

το φθονερό του μάτι το σβυσμένο ,
που δείχνει βουλιμία για συμφορά ,
μας εξηγούν γιατ' είναι διψασμένο
το αχείλι του και πόλεμο ζητά .

Ζητάει να ιδή στα μαύρα φορεμένους
πατέρες και μανάδες που μισεί
να τους ιδή στα δάκρυα τους πνιγμένους ,

θάναι δροσιά στην έρμη του ψυχή .
Για τούτο υπέρ πατρίδος σκούζει-κράζει ,
όρνιο που για κουφάρια αναστενάζει .

πηγή : παγκόσμια ποιητική ανθολογία